Δωρεάν αποστολή για παραγγελίες άνω των 39.00€
Βιταμίνη D: Η βιταμίνη του ήλιου
Ποιες είναι οι κύριες πηγές βιταμίνης D;
- Έκθεση στον ήλιο: Η κυριότερη πηγή βιταμίνης D είναι η απευθείας έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία. Πιο συγκεκριμένα έκθεση του δέρματος στον ήλιο για μικρό χρονικό διάστημα κατά την διάρκεια της ημέρας καθημερινά είναι αρκετή για την σύνθεση επαρκούς ποσότητας βιταμίνης D στον οργανισμό. Ωστόσο η έκθεση σε ηλιακό φως όταν αυτή γίνεται μέσα από τζάμι ή άλλα υλικά(πλαστικό, plexiglass) δεν θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψιν, διότι τα υλικά αυτά μπλοκάρουν τις UVB ακτινοβολίες που είναι οι υπεύθυνες για τη σύνθεση της βιταμίνης D στο δέρμα.
- Τροφές: Τρόφιμα πλούσια σε βιταμίνη D αποτελούν τα λιπαρά ψάρια όπως o σολομός, ο μπακαλιάρος, ο τόνος, οι σαρδέλες, το ιχθυέλαιο, ο κρόκος αυγού, εμπλουτισμένα γαλακτοκομικά και δημητριακά.
Πόση βιταμίνη D χρειαζόμαστε;
Η συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη βιταμίνης D για βρέφη έως 1 έτους είναι 400IU (10mcg), για νήπια από 1 έτους, παιδιά και ενήλικες έως 70 ετών 600IU(15mcg), ενώ για άτομα ηλικίας 70 ετών και άνω 800IU(20mcg). Στις εγκυμονούσες και θηλάζουσες γυναίκες η ημερήσια πρόσληψη είναι 600IU(15mcg). Ως το ανώτερο ημερήσιο όριο πρόσληψης στους ενήλικες χαρακτηρίζονται οι 4000IU(100mcg).
Φυσιολογικά επίπεδα βιταμίνης D στο αίμα θεωρούνται αυτά που είναι μεγαλύτερα από 50 nmol/L. Επίπεδα από 20 nmol/L έως 30 nmol/L υποδηλώνουν έλλειψη, ενώ ποσά μικρότερα από 20 nmol/L χαρακτηρίζουν ανεπάρκεια.
Γιατί χρειαζόμαστε βιταμίνη D;
Η βιταμίνη D είναι σημαντική για πολλές λειτουργίες του οργανισμού ενώ η έλλειψη της σχετίζεται με πολλές παθολογικές καταστάσεις. Μερικές από τις σημαντικότερες ιδιότητες της αποτελούν:
- Απορρόφηση ασβεστίου και φωσφόρου: Η βιταμίνη D είναι υπεύθυνη για την σωστή απορρόφηση του ασβεστίου και του φωσφόρου καθώς και για την διατήρηση ομαλών επιπέδων ασβεστίου στο αίμα. Υψηλά επίπεδα ασβεστίου συμβάλουν στην διατήρηση υγειών οστών, δοντιών και μυών. Η έλλειψη ασβεστίου έχει συσχετισθεί με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης οστεοπόρωσης σε γυναίκες κατά την διάρκεια της εμμηνόπαυσης, με υψηλότερο κίνδυνο καταγμάτων καθώς και με οστεομαλάκυνση σε παιδιά και εφήβους.
- Ανοσοποιητικό σύστημα: Υψηλά επίπεδα βιταμίνης D έχει βρεθεί ότι ενισχύουν το ανοσοποιητικό σύστημα και το θωρακίζουν ενάντια σε διάφορες ιογενείς και μικροβιακές μολύνσεις. Έλλειψη και ανεπάρκεια βιταμίνης D συνδέεται με συχνότερη εμφάνιση φλεγμονών και λοιμώξεων του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος. Επίσης χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D έχουν συνδυαστεί με αυτοάνοσα νοσήματα, όπως η σκλήρυνση κατά πλάκας, η ρευματοειδής αρθρίτιδα και ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος.
- Καρδιαγγειακό σύστημα: Η καλή υγεία του καρδιαγγειακού συστήματος είναι αλληλένδετη με την επαρκή ποσότητα βιταμίνης D στον οργανισμό. Σύμφωνα με έρευνες χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D συνδέονται με περιστατικά υψηλής αρτηριακής πίεσης, αυξημένο κίνδυνο εμφράγματος του μυοκαρδίου και άλλα καρδιαγγειακά νοσήματα.
- Σακχαρώδης διαβήτης: Χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D έχουν συσχετισθεί με υψηλό ρίσκο για την εμφάνιση διαβήτη τύπου 2. Μελέτες συνδέουν τα υψηλά επίπεδα βιταμίνης D με μειωμένο κίνδυνο για αντίσταση στην ινσουλίνη. Αντίσταση στην ινσουλίνη ονομάζεται η αδυναμία του οργανισμού να χρησιμοποιήσει την ινσουλίνη που παράγει.
- Ψυχική υγεία και διάθεση: Σημαντικός είναι ο ρόλος της βιταμίνης D και στην ψυχική υγεία. Ανάμεσα στα συμπτώματα έλλειψης βιταμίνης D, περιλαμβάνονται έντονες εναλλαγές στην διάθεση, κόπωση, δυσκολία στον ύπνο, απώλεια ενδιαφέροντος και άγχος.
Ποιοι είναι οι κυριότεροι λόγοι έλλειψης βιταμίνης D;
Παρόλο που η κύρια πηγή βιταμίνης D είναι η έκθεση στον ήλιο και η Ελλάδα αποτελεί μιας από τις πιο ηλιόλουστες χώρες της Ευρώπης, τα ποσοστά έλλειψης ή ανεπάρκειας βιταμίνης D είναι ολοένα και αυξανόμενα και χρήζουν παρατήρησης. Μερικοί από τους κυριότερους λόγους που μπορεί να εμφανίσει κανείς έλλειψη βιταμίνης D είναι οι ακόλουθοι:
- Η μειωμένη παραμονή σε εξωτερικούς χώρους. Είτε λόγω της εργασίας σε εσωτερικό χώρο κατά τη διάρκεια της ημέρας, είτε λόγω του τρόπου ζωής, η μειωμένη παραμονή στον ήλιο εάν γίνεται για παρατεταμένα χρονικά διαστήματα μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη σύνθεση βιταμίνης D και αντίστοιχα σε έλλειψη και στη συνέχεια ανεπάρκεια.
- Η χρήση αντηλιακού. Ο καρκίνος του δέρματος είναι από τις πιο συχνές μορφές καρκίνου και η χρήση αντηλιακών σκευασμάτων είναι από τα καλύτερα όπλα για την πρόληψη του. Ωστόσο τα αντηλιακά μπλοκάρουν τις UVB ακτίνες και μειώνουν την σύνθεση της βιταμίνης D σε ποσοστό έως και 90%.
- Σκουρόχρωμο δέρμα. Οι πιο σκουρόχρωμες επιδερμίδες είναι και πιο πλούσιες σε μελανίνη, η οποία και μπλοκάρει σε σημαντικό βαθμό τις UVB ακτίνες.
- Φλεγμονώδεις παθήσεις του εντέρου. Η απορρόφηση της βιταμίνης D επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από την ικανότητα του εντέρου να απορροφά τα λίπη από την διατροφή καθώς αποτελεί λιποδιαλυτή βιταμίνη και μπορεί να επηρεαστεί από την ύπαρξη κάποιας φλεγμονώδης πάθησης όπως η ελκώδης κολίτιδα ή η νόσος του Crohn.
- Ηπατική και νεφρική νόσος. Και στις δύο περιπτώσεις επηρεάζεται ο μεταβολισμός τις βιταμίνης D μέσα στον οργανισμό.
- Επέμβαση γαστρικού bypass. Κατά την επέμβαση αυτή αφαιρείται συνήθως και ένα μέρος του λεπτού εντέρου από το οποίο γίνεται η απορρόφηση της βιταμίνης D.
- Βρέφη που θηλάζουν. Το μητρικό γάλα από μόνο του δεν προσφέρει στα βρέφη την απαραίτητη ποσότητα βιταμίνης D.
- Προχωρημένη ηλικία. Οι ηλικιωμένοι άνθρωποι έχουν μειωμένη ικανότητα σύνθεσης και απορρόφησης της βιταμίνης D.
- Παχυσαρκία. Αυτό συμβαίνει γιατί η βιταμίνη D τείνει να αποθηκεύεται στο λίπος και να μην είναι εύκολα διαθέσιμη προς χρήση από τον οργανισμό.
Τοξικότητα βιταμίνης D
Τοξικότητα από υπερδοσολογία βιταμίνης D παρατηρείται σπάνια, αλλά εάν συμβεί χαρακτηρίζεται από: ναυτία, εμετό, μυϊκή αδυναμία, σύγχυση, απώλεια όρεξης, αφυδάτωση, συχνοουρία, δίψα. Χρόνια λήψη πολύ μεγάλης ποσότητας βιταμίνης D οδηγεί σε πολύ υψηλά ποσοστά ασβεστίου στο αίμα.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΗ
ΦΑΡΜΑΚΟΠΟΙΟΣ
BSc Φαρμακευτικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης